фасонистый - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

фасонистый - translation to πορτογαλικά


фасонистый      
a moda, casquilho ; (элегантный) elegante
peralta, almofadinha (Bras.)      
фасонистый парень

Ορισμός

фасонистый
прил. разг.
1) Соотносящийся по знач. с сущ.: фасон, связанный с ним.
2) Имеющий вычурный фасон (об одежде).
3) Такой, которому свойственно франтовство, щегольство, форс (о человеке).
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για фасонистый
1. Вот фасонистый сапожок "румынка" со шнуровкой низ чёрный, голенище жёлтое.
2. Поневоле вспомнишь фасонистый воротничок, от которого сошла с ума и пустила жизнь под откос застенчивая Олечка Розова из рассказа Тэффи.
3. И, возможно, именно этот фасонистый "прикид" подтолкнет многих детей-сирот к тому, чтобы заниматься спортом не от случая к случаю, а постоянно и всерьез.